Στη διαδρομή προς το Αιτωλικό μέσω της παλαιάς Εθνικής οδού Μεσολογγίου – Αιτωλικού έχουμε την ευκαιρία να περάσουμε δίπλα από τις αλυκές Μεσολογγίου, που βρίσκονται βόρεια του βάλτου της Φοινικιάς. Με τους χαρακτηριστικούς λόφους αλατιού, αποτελούν σήμα κατατεθέν και ένα από τα πιο γνώριμα στοιχεία του τοπίου της πόλης, που συνδέονται διαχρονικά με την οικονομική της ζωή.
Αλυκές είναι οι περιοχές, συνήθως παραθαλάσσιες, σε κόλπους ή εκβολές, όπου το θαλασσινό νερό εγκλωβίζεται και το καλοκαίρι εξατμίζεται από τον άνεμο και τον ήλιο, αφήνοντας το αλάτι του. Η αλοπηγική διαδικασία γίνεται κυρίως μέσα από φυσικές διεργασίες, αν και με το πέρασμα του χρόνου αναπτύχθηκαν τεχνικές για την υποβοήθησή της. Για τη δημιουργία αλατιού απαιτείται το έδαφος να έχει αργιλική σύσταση, ώστε ο πυθμένας να είναι πιο στεγανός, αλλά και να υπάρχει χαμηλότερο κόστος άντλησης.
Στο Μεσολόγγι λειτουργούν δύο αλυκές, η Άσπρη (δημοσίου συμφέροντος) και η Μαύρη Αλυκή (που ανήκει στον Δήμο Μεσολογγίου). Έχουν συνολική έκταση 12.500 στρεμμάτων και παράγουν το περισσότερο ελληνικό αλάτι. Μάλιστα, η Άσπρη είναι η μεγαλύτερη ελληνική αλυκή δημόσιου συμφέροντος. Ανήκει στην κρατική εταιρία Ελληνικές Αλυκές Α.Ε., εταιρεία του Ελληνικού Δημοσίου. Έχει έκταση 11.500 στρεμμάτων και η παραγωγή της φτάνει τους 120.000 τόνους ετησίως, η οποία αντιστοιχεί στο 80 % της ελληνικής παραγωγής.
Το αλάτι υπήρξε από τα προϊστορικά ήδη χρόνια σημαντικό συστατικό για τη διατροφή του ανθρώπου και χρησιμοποιήθηκε για τη συντήρηση των τροφίμων. Αλάτι και αλυκές αποτελούσαν σπουδαίο πλουτοπαραγωγικό πόρο και μέσο πολιτικής εξουσίας. Από την αρχαιότητα ακόμη λειτουργούν στη Μεσόγειο εκατοντάδες αλυκές. Η περιοχή του Μεσολογγίου ως εκτεταμένος υγρότοπος θα διέθετε αφθονία αλατιού και στην αρχαιότητα, και αυτό θα χρησίμευε στη συντήρηση και άλλων τροφίμων, όπως κρέατος, τυριών και λαχανικών ή και θα αποτελούσε αντικείμενο εμπράγματων ανταλλαγών. Η εκμετάλλευση της λιμνοθάλασσας της Κλείσοβας από τους Ρωμαίους της Πάτρας στους ρωμαϊκούς χρόνους, εκτός από τα άφθονα αλιεύματα, πιθανότατα θα περιελάμβανε την παρασκευή παστών ψαριών και ίσως την ύπαρξη σχετικών εγκαταστάσεων επεξεργασίας και διατήρησης ψαριών, παρόλο που μέχρι σήμερα δεν έχουν εντοπιστεί ίχνη. Η χρήση του αλατιού, άλλωστε, όχι μόνο ως καρυκεύματος και συντηρητικού, αλλά και για πολλές άλλες δουλειές, ήταν γνωστή από την προϊστορία και είχε μεγάλη εμπορική αξία ως αγαθό, με την εκμετάλλευσή του να συνιστά μία από τις πιο προσοδοφόρες δραστηριότητες του αρχαίου κόσμου.
Το αλάτι ήταν ήδη από τον 17ο αι. αλλά και κατά την Τουρκοκρατία ένα από τα σημαντικότερα προϊόντα του Μεσολογγίου, όπως μαρτυρούν οι ιστορικές πηγές, ενώ αλυκές φαίνεται ότι υπήρχαν ήδη από τις αρχές του 15ου αι. (1407). Στην Τουρκοκρατια μάλιστα, δεν ανήκαν στον σουλτάνο, αλλά στην κοινότητα της πόλης. Μετά την απελευθέρωση περιήλθαν στο δημόσιο.
Στις αλυκές η αλοπηγική διαδικασία γίνεται μέσα σε τεχνητές λεκάνες, τις θερμάστρες, που γεμίζουν με θαλασσινό νερό τον Μάρτιο-Απρίλιο και αρχίζει η σταδιακή εξάτμισή του και συμπύκνωσή του, με τη συμβολή και ζωντανών οργανισμών. Τελικά το θαλασσινό νερό καταλήγει στα αλοπήγια (γνωστά ως “τηγάνια”), όπου πλέον στεγνώνει τελείως και κρυσταλλώνει. Τα αλοπήγια της περιοχής έφεραν άλλοτε χαρακτηριστικές ονομασίες, όπως Πολυγροσού, Καλταμπάνα, Αθηναία, Βασιλική, Αγραπιδιά, Παλαιά, Ανατολική κ.ά, που πλέον έχουν ξεχαστεί. Η συλλογή αλατιού γίνεται στις αρχές Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου, πριν από τις βροχές του φθινόπωρου, με τη βοήθεια μηχανημάτων. Στη συνέχεια το αλάτι πλένεται με θαλασσινό νερό και στοιβάζεται σε λόφους – υπαίθριες αποθήκες.
Η λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου είναι ακόμη πηγή παραγωγής του αλατιού πολυτελείας που είναι γνωστό ως αφρίνα, η οποία παράγεται από τον αφρό που δημιουργείται από το ελαφρύ κύμα και στη συνέχεια πήζει με τον ήλιο. Η αφρίνα είναι λεπτή και αέρινη και δεν δέχεται κάποιου είδους προσθήκη ή επεξεργασία. Η συγκομιδή της παραμένει αναλλοίωτη με τα χρόνια, καθώς γίνεται χειρωνακτικά από εξειδικευμένους εργάτες με ξύλινα εργαλεία, παραδοσιακή τεχνική που περνά από γενιά σε γενιά. Για όλους αυτούς τους λόγους αποτελεί φημισμένο και αναγνωρίσιμο προϊόν του Μεσολογγίου στην Ελλάδα και το εξωτερικό, έχοντας αποσπάσει διεθνή βραβεία.
Κατόπιν συνεννόησης, υπάρχει η δυνατότητα οργάνωσης εκπαιδευτικών επισκέψεων στις αλυκές, κυρίως για σχολικές ομάδες. Περισσότερα για το αλάτι μπορεί κανείς να μάθει στο Μουσείο Άλατος, που λειτουργεί στην Τουρλίδα.
Διεύθυνση: Περιοχή Μεσόκαμπου, Παλαιά Εθνική οδός Μεσολογγίου – Αιτωλικού, Μεσολόγγι 302 00
Τηλέφωνο: 26310-28140, 22232
Ιστοσελίδα: https://saltworks.gr/
Εκτός άλλων όμως, οι αλυκές είναι σημαντικές για τη διατήρηση της άγριας ζωής ως “σημαντικοί σταθμοί ανεφοδιασμού για τα αποδημητικά πουλιά και ζωτικοί χώροι διατροφής για αποικίες πουλιών που φωλιάζουν εκεί” (Συμβούλιο της Ευρώπης). Είναι παράκτιοι υγρότοποι που καλύπτονται από αλοφυτική βλάστηση και συχνά πλημμυρίζουν. Χαρακτηρίζονται από πλούσια βιοποικιλότητα, και πολλοί από αυτούς περιλαμβάνονται στο δίκτυο Natura 2000. Αποτελούν χώρους ανάπαυσης, διαβίωσης και αναπαραγωγής σπάνιας υδρόβιας ορνιθοπανίδας. Κατά την περίοδο παύσης των αλατοποιητικών δραστηριοτήτων (Νοέμβριος – Μάιος), όταν και οι αλατότητες είναι χαμηλές, μεγάλος αριθμός πουλιών βρίσκει εύκολα τροφή στις αβαθείς δεξαμενές ή φωλιάζει στο αμμώδες έδαφος των αναχωμάτων. Ζωοπλαγκτονικοί οργανισμοί, όπως η γαριδούλα γνωστή ως Αρτεμία (artemia salina), προσελκύουν μεγάλους πληθυσμούς πουλιών. Στη συγκεκριμένη γαρίδα μάλιστα οφείλεται, τόσο το χρώμα των φτερωμάτων των φοινικόπτερων όσο και αυτό των δεξαμενών των αλυκών σε συγκεκριμένες περιόδους. Για τους παραπάνω λόγους, υγρότοποι όπως αυτός της περιοχής Μεσολογγίου, που φιλοξενεί πολλά σπάνια ή απειλούμενα είδη πουλιών, όπως ο φοινικόπτερος, η αβοκέτα, ο καλαμοκανάς ή το νανογλάρονο, έχουν μεγάλη σημασία για τη διάσωση και διατήρηση της αποδημητικής ορνιθοπανίδας. Παράλληλα, αποτελούν έναν από τους πιο ενδιαφέροντες χώρους για ορνιθοπαρατήρηση, απαιτείται όμως άδεια της εταιρείας ΑΛΥΚΕΣ Α.Ε. για την επίσκεψη των εγκαταστάσεων γι΄αυτό το σκοπό.